Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη
Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη δεν απορρέει από κάποια ειδική διάταξη του εργατικού δικαίου αλλά από την ίδια την φύση της εργασιακής σύμβασης. Αυτό έχει ως συνέπεια το δικαίωμα αυτό να μην αποτελεί απόρροια κανόνα δημοσίας τάξης ή αναγκαστικού δικαίου και έτσι δεν είναι ούτε απεριόριστο ούτε ανέλεγκτο. Αντίθετα είναι απόλυτα δυνατόν να περιορισθεί τόσο με τους όρους της εργασιακής σύμβασης, όσο με νομοθετική διάταξη. Γνωστότερη δε και συνηθέστερη στην ελληνική έννομη τάξη είναι αυτή του άρθρου 281 του Α.Κ. επί τη βάσει της οποίας κρίνεται το σύνολο σχεδόν των αμφισβητουμένων περιπτώσεων και της παράνομης και καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος αυτού. Συνδυαζομένης δε της διάταξης αυτής με τα άρθρα 372 και 373 Α.Κ. συνάγεται ευθέως ότι δεν είναι νόμιμη, και επομένως είναι άκυρη, η συμφωνία κατά την κατάρτιση της εργασιακής σύμβασης περί καθορισμού του διευθυντικού δικαιώματος κατά την απόλυτη κρίση του εργοδότη ή για απεριόριστη διεύρυνσή του στο μέλλον.
Στη συνέχεια γίνεται μια καταγραφή περιπτώσεων α) που κρίθηκαν δικαστικά είτε ότι περιέχουν κατάχρηση του σχετικού δικαιώματος, και β) ότι έγιναν εντός των ορίων που επιτάσσουν η καλή πίστη και ο σκοπός του δικαιώματος αυτού.
Ενέργειες που κρίθηκαν ότι έγιναν κατά κατάχρηση σχετικού δικαιώματος:
1. Στην περίπτωση συμβατικού περιορισμού των ωρών εργασίας, η εκ των υστέρων αύξηση αυτών, μονομερώς από τον εργοδότη, έστω και στα όρια που προβλέπονται από τον ισχύοντα εσωτερικό κανονισμό της επιχείρησης, είναι καταχρηστική (Α.Π. 162/1993, Βλ. ΔΕΝ 1993 σελ. 649).
2. Η λεγομένη τροποποιητική καταγγελία δηλ. η καταγγελία που συνδυάζεται με πρόταση για τροποποίηση των όρων της σύμβασης εργασίας, η οποία κατ’ εξαίρεση γίνεται δεκτή ως έγκυρη, αν δεν δικαιολογείται από την συμπεριφορά ή το πρόσωπο του μισθωτού ή τις ανάγκες της επιχείρησης ή αν οι λόγοι που επικαλείται ο εργοδότης είναι προσχηματικοί, θεωρείται μη νόμιμη και καταχρηστική. (Εφετείου Αθηνών 5672/1992, Βλ. ΔΕΝ 1992 σελ. 243 επ.).
3. Η μετάθεση εργαζομένου - συνδικαλιστή σε άλλο τόπο εργασίας προκειμένου να περιορισθεί η δυνατότητα δράσης του και το ενδεχόμενο απεργιακών κινητοποιήσεων των λοιπών εργαζομένων της επιχείρησης, είναι καταχρηστική και παράνομος (Εφετείου Λαρίσης 633/1992, Βλ. ΔΕΝ 1992 σελ. 1165).
4. Δεν είναι δυνατόν ο εργοδότης, ασκώντας το διευθυντικό δικαίωμά του να μεταβάλει μονομερώς τους όρους εργασίας, μεταξύ των οποίων και τον τόπο παροχής της, σε τρόπο ώστε να προκαλεί ριζική αλλαγή στον τρόπο διαβίωσης του μισθωτού. Για το λόγο αυτό το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη δεν του παρέχει την εξουσία να μεταθέτει τον εργαζόμενο σε άλλη πόλη ή περιφέρεια, εκτός αν από τη σύμβαση εργασίας, τον τυχόν κανονισμό της επιχείρησης ή την Σ.Σ.Ε. κ.λπ. προκύπτει το αντίθετο.
5. Η απρόκλητη για χάρη διασκέδασης (καζούρα) συμπεριφορά του εκπροσώπου της επιχείρησης προς τον εργαζόμενο, συνιστά μονομερή βλαπτική μεταβολή της σύμβασης εργασίας και διαφεύγει των ορίων της χρηστής άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος (Α Π 967/1991, Βλ. ΔΕΝ 1991 σελ. 932).
6. Το να υποχρεωθεί ο μισθωτός που είχε μεν προσληφθεί κατ’ αρχάς ως εργάτης αλλά κατόπιν συμφωνίας απησχολείτο σε θέση και καθήκοντα υπαλλήλου να εργασθεί και πάλι σε θέση εργάτη, εκφεύγει του διευθυντικού δικαιώματος (Βλ. Μον. Πρωτ. Καλαμάτας 86/1985 - ΔΕΝ 1986, σελ. 399).
7. Ο περιορισμός του μισθωτού σε ορισμένα από τα είδη της εργασίας που εκτελούσε και η μείωση των αποδοχών του, δεν είναι δυνατόν να γίνει μονομερώς από τον εργοδότη (Βλ. την Α.Π. 1039/1983 - ΔΕΝ 1984 σελ. 258).
8. Η μονομερής μείωση των ωρών εργασίας με αντίστοιχη μείωση των αποδοχών του εργαζομένου δεν ανήκει στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη (Βλ. την Α.Π. 1447/1982 - ΔΕΝ 1983 σελ. 485).
9. Η διακοπή της υπερωριακής ή της κατά Κυριακή εργασίας ή της παροχής της εργασίας εκτός έδρας, όταν έχουν συμφωνηθεί ρητώς ή σιωπηρώς και παρήχοντο επί σειρά ετών σταθερώς, τακτικώς και μονίμως δεν είναι νόμιμο να πραγματοποιηθεί μονομερώς από τον εργοδότη (Βλ. σχετικά τις Α.Π. 200/1986 στο ΔΕΝ 1986 σελ. 798 και την αντίθετή της Α.Π. 842/ 1985 στο ΔΕΝ 1986 σελ. 77).
10. Η άρνηση του εργοδότη να άρει την επιβληθείσα πειθαρχική ποινή που επέβαλε για ανύπαρκτο πειθαρχικό παράπτωμα, που μειώνει την προσωπικότητα του εργαζομένου αποτελεί καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού του δικαιώματος.
11. Η αποστολή του μισθωτού εκτός έδρας για απασχόληση, αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και υποχρέωση του μισθωτού, που πηγάζουν από το άρθρο 659 Α.Κ. Το δικαίωμα αυτό πρέπει να ασκείται, όπως εξ άλλου όλα τα σχετικά δικαιώματα μέσα στα όρια που τάσσουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός κ.λπ. σκοπός του. Η υπέρβαση αυτών των ορίων από την πλευρά του εργοδότη, παρέχει το δικαίωμα στο μισθωτό να μην υπακούσει στην εντολή του εργοδότη του ή του νόμιμου αναπληρωτή του, όπως π.χ. στην περίπτωση κατά την οποία ο εργοδότης αξιώνει από το μισθωτό να αναχωρήσει από την έδρα του αμέσως μετά τη λήξη του ωραρίου εργασίας του και κρίνεται ότι δεν συντρέχει εξαιρετική ανάγκη.
12. Ο εργοδότης μπορεί να θέσει το προσωπικό του σε κατάσταση διαθεσιμότητας εφόσον αποδεδειγμένα ο κύκλος των εργασιών του δεν του επιτρέπει την απασχόληση ολοκλήρου ή μέρους αυτού. Το δικαίωμα αυτό του εργοδότη είναι ανέλεγκτο από τα δικαστήρια, τα οποία δικαιούνται μόνο να εξετάσουν μήπως το σχετικό δικαίωμα ασκήθηκε καταχρηστικά, δηλαδή κατά τρόπο που υπερβαίνει τα όρια που τάσσει το άρθρο 281 Α.Κ. (βλ. σχετικά τις Α.Π. 647/1982 - ΔΕΝ 1982 σελ. 724, Εφετ. Θεσ/νίκης 473/1993 - ΔΕΝ 1994, σελ. 1274 κ.λπ.).
Ενέργειες που κρίθηκαν ότι δεν περιέχουν κατάχρηση του διευθυντικού δικαιώματος:
1. Ο ως βυνοποιός - υπεύθυνος προμηθείας κριθής για την παραγωγή ζύθου προσληφθείς και υποχρεωθείς, για τις ανάγκες της επιχείρησης να εκτελεί καθήκοντα βάρδιας μία φορά την εβδομάδα προς επίβλεψη του εκεί εργαζομένου προσωπικού, δεν δικαιούται να αρνηθεί την εργασία αυτή, καθόσον το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη του δεν ασκείται καταχρηστικά (Βλ. την Α.Π. 1825/1990 - ΔΕΝ 1992 σελ. 425).
2. Κρίνεται ότι στην περίπτωση μετακίνησης μισθωτού σε ομότιμη θέση εργασίας στην οποία όμως, βάσει του κανονισμού της επιχείρησης, η απασχόληση δεν δικαιολογεί την καταβολή ορισμένου επιδόματος, το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη κινείται εντός των ορίων του άρθρου 281 του Α.Κ. (Βλ. την Α.Π. 1703/1991 στο ΔΕΝ 1992 σελ. 926).
3. Δεν ενεργεί καταχρηστικά ο εργοδότης που αναθέτει τη διεύθυνση του καταστήματος του σε μισθωτό που είναι υφιστάμενος και υπολείπεται σε προσόντα άλλου μισθωτού (Α.Π. 191/1990 - ΔΕΝ 1991σελ. 79 - 80).
4. Ο εργοδότης δικαιούται να καθορίζει τον τομέα απασχόλησης του μισθωτού εντός της επιχείρησής του, εκτός αν το δικαίωμα αυτό αποκλείεται ή περιορίζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση από ειδική διάταξη νόμου ή από την ατομική σύμβαση εργασίας. (Α.Π. 192/1990 - ΔΕΝ 1991 σελ. 129).
5. Το κατά τη διάρκεια της ημέρας ωράριο εργασίας του μισθωτού, καθορίζεται μονομερώς από τον εργοδότη, εκτός αν τούτο έχει ορισθεί με την ατομική σύμβαση εργασίας (Α.Π. 266/1990 - ΔΕΝ 1991 σελ. 216).
6. Η αλλαγή ειδικότητας σε υπάλληλο υποδοχής του καζίνο εξαιτίας αμελούς συμπεριφοράς του εργαζομένου, αποτελεί νόμιμη άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη (Α.Π. 1819/1990 - ΔΕΝ 1991σελ. 1125).
7. Ανήκει στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη η απαίτησή του να προσφέρει ο εργαζόμενος υποχρεωτικά υπερεργασία (Εφετ. Θεσ/κης 1873/ 1989 - ΔΕΝ 1990 σελ. 24, Βλ. και άρθρο 1 Ν. 3385/2005)).
8. Στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη ανήκει και ο καθορισμός των καθηκόντων του προσωπικού ασφαλείας σε περίπτωση απεργίας (Μον. Πρωτ. Αθηνών 2981/1989 - ΔΕΝ 1990 σελ. 1024).
Σχετική Νομολογία:
Copyright © 2008 - 2023 ΠΙΜ Εργασιακή. Με την επιφύλαξη όλων των δικαιωμάτων.
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση η ανατύπωση χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση της εταιρίας.