Άρθρο: ΑΝΥΠΑΙΤΙΟ ΚΩΛΥΜΑ και ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

ΑΝΥΠΑΙΤΙΟ ΚΩΛΥΜΑ και ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ

Ο τρόπος καταβολής του επιδόματος ασθενείας μέσω τραπεζικού λογαριασμού δεν μεταβάλλει τον τρόπο συμπλήρωσης της ΑΠΔ και το χρόνο υποβολής της για τους παρακάτω λόγους:

 1. Από το συνδυασμό των διατάξεων των Άρθρων 35 και 38 του Α.Ν. 1846/51, 5 του Α.Ν. 178/67, 657 και 658 του ΑΚ, συνάγεται ότι ο εργοδότης υποχρεούται να πληρώσει το 1/2 του ημερομισθίου ή το 1/2 του 1/25 του μηνιαίου μισθού για το χρονικό διάστημα από της αναγγελίας της ασθένειας και μέχρι την έναρξη της επιδότησης από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δηλαδή για το διάστημα 1-3 ημερών (Εγκ. 342/67).

Εάν η επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα 5νθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, ο μισθωτός δικαιούται να αξιώσει ό,τι ακριβώς θα έπαιρνε αν εργαζόταν κατά το χρόνο του ανυπαίτιου κωλύματος, δηλαδή τόσα ωρομίσθια όσες ακριβώς οι ώρες που αντιστοιχούν στη συγκεκριμένη ως άνω χρονική περίοδο, μειωμένη κατά το 1/2.

2. Το επίδομα ασθενείας από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, σύμφωνα με το Άρθρο 38 παρ. 3 του Α.Ν. 1846/51, όπως ισχύει, καταβάλλεται από την 4η ημέρα μετά την αναγγελία.

Συνεπώς, αν ο μισθωτός ασθενήσει για πρώτη φορά εντός του ημερολογιακού έτους πέραν των τριών ημερών θα επιδοτηθεί από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από της 4ης ημέρας, ενώ οι τρεις πρώτες ημέρες θεωρούνται χρόνος αναμονής. Εάν τώρα ο ίδιος μισθωτός ασθενήσει για δεύτερη φορά εντός του αυτού ημερολογιακού έτους πέραν των τριών ημερών θα επιδοτηθεί από την πρώτη ημέρα, δεδομένου ότι το τριήμερο αναμονής εξαντλήθηκε κατά την πρώτη επιδότηση και ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει το υπόλοιπο των αποδοχών με τη συμπλήρωση του 15νθημέρου ή μήνα, ανάλογα με το χρόνο παροχής εργασίας του μισθωτού στον ίδιο εργοδότη (Άρθρα 657-658 του ΑΚ), ανεξάρτητα αν η απουσία του μισθωτού, λόγω ασθενείας, είναι διακεκομμένη (τριήμερα) ή συνεχής (πέραν των τριών ημερών).

Σε περίπτωση ατυχήματος η επιδότηση αρχίζει από την πρώτη ημέρα, εφόσον η ανικανότητα για εργασία είναι μεγαλύτερη των τριών ημερών και ο εργοδότης οφείλει να καταβάλει το υπόλοιπο μέχρι συμπλήρωσης του ημερομισθίου ή του 1/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε ημέρα απουσίας.

Αν η ανικανότητα λόγω ατυχήματος διαρκεί μέχρι τρεις ημέρες, θεωρείται χρόνος αναμονής και ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει το 1/2 του ημερήσιου μισθού ή το 1/2 του 1/25 του μηνιαίου μισθού.

Ο εργοδότης δεν οφείλει να καταβάλει αποδοχές για Κυριακή ή αργίες, εκτός των αργιών για τις οποίες ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές του (Άρθρο 1 του Ν.Δ. 147/73), καθώς και για την 6η ημέρα σε περίπτωση που η επιχείρηση εφαρμόζει σύστημα 5νθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.

3. Από το νόμο δεν μπαίνει χρονικός περιορισμός για τη γνωστοποίηση από τον μισθωτό της ασθένειας στον εργοδότη του, καθώς και η διαδικασία της γνωστοποίησης (εγγράφως, προφορικά, τηλεφωνικά κ.λπ.). Οφείλει όμως να ειδοποιήσει τον εργοδότη του, μόλις εκδηλωθεί το ανυπαίτιο κώλυμα, σύμφωνα με το Άρθρο 336 του ΑΚ, αφενός μεν να διευκολυνθεί ο εργοδότης και να μεριμνήσει για την έγκαιρη αντικατάστασή του και αφετέρου δε για να μη θεωρηθεί η αδιαφορία του προς ενημέρωση του εργοδότη, σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστεως, σαν πρόθεση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του.

4. Ο εργοδότης, σύμφωνα με τα Άρθρα 657-658 του ΑΚ, δικαιούται να εκπέσει από το μισθό του 15νθημέρου ή μήνα το σύνολο του επιδόματος ασθενείας που ο μισθωτός εισέπραξε από τον ασφαλιστικό του φορέα κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα και όχι μόνο εκείνο που αντιστοιχεί στις εργάσιμες ημέρες του 15νθημέρου ή μήνα (Α.Π. 308/06).

Επίσης, ο εργοδότης μπορεί να παρακρατήσει από το μισθό του εργαζόμενου το ποσό που αντιστοιχεί στο επίδομα ασθενείας στην περίπτωση κατά την οποία αυτός δεν φρόντισε για την είσπραξή του από τον ασφαλιστικό του φορέα, αρκεί ο εργοδότης να αποδείξει με οποιοδήποτε μέσο ότι πράγματι ο μισθωτός δικαιούται από τον ασφαλιστικό του φορέα επίδομα ασθενείας λόγω ανυπαίτιου κωλύματος, το οποίο όμως δεν φρόντισε να εισπράξει (Εφ. Θεσ/κης 1801/90).

5. Εάν ο μισθωτός απουσιάσει αδικαιολόγητα πέραν των 8 ημερών, ο εργοδότης οφείλει να υποβάλει δήλωση οικειοθελούς αποχώρησης, εφόσον πριν τη λήξη των 8 ημερών δεν ενημέρωσε τον εργοδότη του, αναφέροντας τους λόγους της απουσίας του (Εγκ. 38/98).

Συνεπώς, βάσει των ανωτέρω, αν ο εργοδότης είναι βέβαιος ότι η απουσία του μισθωτού οφείλεται σε ανυπαίτιο κώλυμα και ο χρόνος απουσίας του αποδεικνύεται από έγγραφο στοιχείο του ασφαλιστικού φορέα (π.χ. άδεια γιατρού), τότε, κατά τη γνώμη μας, δεν απαιτείται απόφαση του Ιδρύματος σχετική με το ύψος του ποσού του επιδόματος ασθενείας, προκειμένου να συμπληρωθούν τα πεδία της ΑΠΔ, δεδομένου ότι οι εισφορές, κατά το χρόνο ασθενείας λόγω ανυπαίτιου κωλύματος, υπολογίζονται για μεν τα τριήμερα ή το χρόνο αναμονής στο 1/2 του ημερήσιου μισθού ή στο 1/2 του 1/25 του μηνιαίου μισθού και για το υπόλοιπο χρόνο ασθενείας στο σύνολο των αποδοχών που θα έπαιρνε ο μισθωτός αν δεν απουσίαζε, οπότε η ΑΠΔ θα συμπληρωθεί και θα υποβληθεί κανονικά και παράλληλα, θα παρακρατήσει το 30% περίπου από τις αποδοχές που αντιστοιχούν στο χρόνο απουσίας έως ότου ο εργαζόμενος προσκομίσει απόφαση από τον ασφαλιστικό του φορέα.

Copyright 2012 ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ     Επιμέλεια:   Σπύρος Νιάρχος

 

Ίσως σας Ενδιαφέρει Επίσης