ΑΡΘΡΟ: Η ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ ΑΝΑΠΑΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ
Του Χρήστου Θ. Καρατζά
Νομικού - Εργατολόγου - πρώην Μ.Δ. του Ο.ΜΕ.Δ.
Πόσες είναι οι ημέρες άδειας των μισθωτών
Οι κανονικές ετήσιες άδειες ανάπαυσης των μισθωτών γενικά, σε αντίθεση με τις λοιπές άδειες που προβλέπονται από τη νομοθεσία μας, οι οποίες χορηγούνται για διαφορετικό κάθε φορά λόγο, ρυθμίζονται από το έτος 1945 μέχρι σήμερα με βάση τον Α.Ν. 539/1945, ο οποίος στη μακρόχρονη διάρκειά του έχει υποστεί ορισμένες μεταβολές ή συμπληρώσεις με τελευταία αυτή του Ν.3302 του έτους 2004, οι διατάξεις του οποίου επαναλαμβάνονται ως έχουν και στον πρόσφατο Ν.4808/2021, με εξαίρεση μόνο ως προς την έσχατη ημερομηνία χορήγησης της ετήσιας άδειας στους μισθωτούς μέχρι το τέλος του μηνός Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, αντί της 31ης Δεκεμβρίου κάθε έτους, που όριζε ο Α.Ν. 539/1945.
Με βάση επομένως τις διατάξεις αυτές , όπως εξακολουθούν να ισχύουν ,ορίζονται τα εξής:
Κανονική άδεια ανάπαυσης με αποδοχές δικαιούνται να λάβουν, αναλογικά με το χρόνο της απασχόλησής τους, όλοι οι εργαζόμενοι με εξαρτημένη σχέση εργασίας των επιχειρήσεων και εργασιών γενικά (και κατ΄ εξαίρεση, με βάση σχετική διάταξη του Δικηγορικού Κώδικα και οι δικηγόροι που απασχολούνται με σύμβαση έμμισθης εντολής), με τη συμπλήρωση του πρώτου μήνα της απασχόλησής τους στον τελευταίο εργοδότη και συγκεκριμένα:
α) Για το πρώτο ημερολογιακό έτος δικαιούνται να λάβουν αναλογία αδείας, μέχρι 20 εργάσιμες ημέρες όσοι εργάζονται με 5θήμερη εργασία και μέχρι 24 εργάσιμες ημέρες όσοι εργάζονται με σύστημα 6ήμερης εργασίας. Οι ημέρες αυτές αδείας των εργαζομένων πρέπει, όπως προαναφέραμε να εξαντληθούν και όχι απλά να χορηγηθούν, μέχρι την 31η Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους. Μετά δε τη συμπλήρωση ενός έτους εργασίας και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις χορηγείται άδεια για μία ακόμη εργάσιμη ημέρα.
β) Για το δεύτερο ημερολογιακό έτος, οφείλεται επίσης αναλογία αδείας , ανάλογα προς το χρόνο εργασίας των μισθωτών , για 22 ημέρες σε όσους απασχολούνται με 5θήμερη εργασία , και για 26 εργάσιμες ημέρες σε όσους απασχολούνται με 6ήμερη εργασία. Να σημειωθεί δε ότι σύμφωνα με το Ν.4093/2012, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4254/2014, κάθε μισθωτός με αίτησή του προς τον εργοδότη του, δικαιούται να κάνει χρήση των ημερών αδείας που δικαιούται κατά τμήματα , τη λεγόμενη δηλαδή στο νόμο “κατά κατάτμηση”.
γ) Για το τρίτο ημερολογιακό έτος και για όλα τα επόμενα έτη απασχόλησής τους στην ίδια επιχείρηση , όλοι οι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν ολόκληρη την ετήσια άδειά τους σε κάθε χρονικό σημείο του έτους αυτού. Μετά δε την συμπλήρωση 10 δέκα ετών εργασίας στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιονδήποτε εργοδότη, δικαιούνται άδεια 30 εργασίμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και 25 εργάσιμων ημερών αν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Στους δε μισθωτούς που έχουν συμπληρώσει 25 έτη υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας σε οποιοδήποτε εργοδότη προστίθεται μία (1) επί πλέον εργάσιμη ημέρα άδειας.
Πότε χορηγείται η άδεια στους εργαζομένους
Σύμφωνα με τον Α.Ν 539/1945 ο χρόνος χορήγησης της άδειας ή μέρος αυτής, συμφωνείται μεταξύ κάθε μισθωτού και του εργοδότη του. Οι μισοί όμως εργαζόμενοι της επιχείρησης πρέπει να λαμβάνουν άδεια μέσα στο χρονικό διάστημα από 1 Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου. Ο εργοδότης δε υποχρεούται να χορηγήσει την άδεια σε κάθε εργαζόμενο το αργότερο μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα, από τότε που ο μισθωτός υπέβαλε το αίτημά του και πάντως όχι μετά την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους. Σε κάθε δε περίπτωση η άδεια χορηγείται αυτούσια σε ημέρες και μόνον κατά τη λύση της σχέσης εργασίας η αξίωση των μισθωτών μετατρέπεται σε χρηματική.
Αποδοχές και επίδομα αδείας
Κατά την διάρκεια της αδείας των μισθωτών οφείλονται οι «συνήθεις αποδοχές», εκείνες δηλαδή που θα ελάμβανε εάν απασχολείτο στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο και θα πραγματοποιούσε τυχόν πρόσθετη εργασία ως υπερεργασία, ή ως υπερωρία ή εργασία κατά Κυριακή ή νύχτα κλπ. Το δε οφειλόμενο σε κάθε περίπτωση αδείας επίδομα αδείας είναι ίσο με τις αποδοχές αδείας, δεν μπορεί όμως να υπερβεί τον μισό μισθό, για μισθωτούς που αμείβονται με σταθερό μηνιαίο μισθό, ή τα 13 ημερομίσθια για μισθωτούς που αμείβονται με ημερομίσθιο ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο (πχ. ποσοστά, με το κομμάτι κλπ). Τονίζουμε δε τέλος ότι οι αποδοχές και το επίδομα αδείας, κατά ρητή διάταξη του νόμου προκαταβάλλονται σε κάθε μισθωτό κατά την έναρξη της αδείας του ή μέρος αυτής, υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές και σε ΦΜΥ.
Τέλος, επισημαίνεται ότι εάν ο εργοδότης υπαιτίως δεν χορηγήσει την άδεια που αιτείται ο εργαζόμενος μετά την 31 Μαρτίου του επόμενου ημερολογιακού έτους, του οφείλει τις αποδοχές αδείας του προσαυξημένες κατά 100%.
Copyright 2023 ΠΙΜ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ